Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Ουρολοιμώξεις

Οι λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος αποτελούν ένα αρκετά σοβαρό και πολύ συχνό πρόβλημα υγείας στον παιδικό πληθυσμό. Υπολογίζεται ότι ένα ποσοστό 3-5% των κοριτσιών και περίπου 1 % των αγοριών θα παρουσιάσουν κάποια λοίμωξη του ουροποιητικού κατά την παιδική ηλικία.

Το ουροποιητικό σύστημα αποτελείται από τα νεφρά (δύο όργανα που παράγουν τα ούρα), τους ουρητήρες (δύο σωλήνες που μεταφέρουν τα ούρα από τα νεφρά στην κύστη), την ουροδόχο κύστη (όπου μαζεύονται τα ούρα και μένουν μέχρι να ουρήσει το άτομο) και την ουρήθρα.

Ανάλογα με την εντόπιση υπάρχουν 4 βασικές μορφές λοίμωξης του ουροποιητικού συστήματος:
  1. Αν η λοίμωξη εμφανίζεται στην ουρήθρα, τότε ονομάζεται ουρηθρίτιδα.
  2. Από την ουρήθρα τα μικρόβια συχνά κινούνται προς την ουροδόχο κύστη. Εκεί μπορούν να πολλαπλασιαστούν εύκολα στα ούρα κι αν μάλιστα ένα παιδί δεν αδειάζει συχνά την κύστη του, να προκαλέσουν μια φλεγμονή της που ονομάζεται κυστίτιδα.
  3. Στις περιπτώσεις εκείνες που τα μικρόβια ανεβαίνουν διαμέσου των ουρητήρων και προσβάλλουν τα νεφρά, προκαλείται πυελονεφρίτιδα.
  4. Μια τελευταία κατηγορία αποτελεί η ασυμπτωματική βακτιουρία. Όταν δηλαδή ανιχνεύονται μικρόβια στα ούρα χωρίς να υπάρχει κάποιο σύμπτωμα στο παιδί.
Τα ούρα κανονικά είναι στείρα. Περιέχουν νερό, άλατα και γενικά ουσίες που αποβάλλονται από τον οργανισμό, αλλά όχι βακτήρια, ιούς και μύκητες. Το ουροποιητικό σύστημα επικοινωνεί με το περιβάλλον με το έξω στόμιο της ουρήθρας. Η λοίμωξη προκύπτει όταν μικροοργανισμοί, συνήθως μικρόβια, εισέρχονται από το στόμιο της ουρήθρας και αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται.

Τα μικρόβια στις περισσότερες περιπτώσεις προέρχονται από το έντερο, δηλαδή το παιδί μολύνεται από μικρόβια που βρίσκονται στα δικά του κόπρανα και αποτελούν φυσιολογική χλωρίδα του εντέρου. Το συχνότερο από αυτά τα μικρόβια είναι το κολοβακτηρίδιο. Σε σπάνιες περιπτώσεις, κυρίως σε νεογνά και βρέφη, η λοίμωξη μπορεί να οφείλεται σε διασπορά μικροβίων με το αίμα.

Παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ουρολοιμώξεων.
Γενικά τα κορίτσια παρουσιάζουν συχνότερα ουρολοιμώξεις σε σχέση με τα αγόρια. Πιθανόν επειδή η ουρήθρα (ο σωλήνας που μεταφέρει τα ούρα από την κύστη στα έξω γεννητικά όργανα) είναι πιο κοντή απ ότι στα αγόρια. Επίσης το έξω στόμιο της ουρήθρας στα κορίτσια βρίσκεται ανατομικά πιο κοντά στο έξω στόμιο του εντέρου και - συνεπώς - ευκολότερα μπορεί να μεταφερθούν μικρόβια από το έντερο στην ουροδόχο κύστη. Στα μικρότερα σε ηλικία παιδιά, παράγοντες όπως η έλλειψη εκπαίδευσης στην τουαλέτα, ο καθαρισμός της γεννητικής περιοχής με λάθος φορά (δηλ. από πίσω προς τα εμπρός), η μη καλή κένωση της ουροδόχου κύστης, η ανεπαρκής πρόσληψη υγρών και η δυσκοιλιότητα αυξάνουν την πιθανότητα ουρολοιμώξεων. Σημαντικό ρόλο παίζουν επίσης και ανατομικά προβλήματα, όπως η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση (έτσι λέγεται η κατάσταση όπου τα ούρα που έχουν κατέβει από τα νεφρά, μέσα από τον ουρητήρα  γυρίζουν πάλι προς τα πίσω), η μη καλή αποκάλυψη της βαλάνου στα αγόρια και περιπτώσεις απόφραξης του ουροποιητικού.

Γιατί είναι σημαντική η διάγνωση της ουρολοίμωξης.
Οι ουρολοιμώξεις κατά τη νεογνική και βρεφική ηλικία είναι πάρα πολύ σημαντικό να διαγνωστούν έγκαιρα και να θεραπευτούν πλήρως διότι μπορεί να οδηγήσουν σε βαριά νεφρική βλάβη όπως νεφρικές ουλές ,μείωση της νεφρικής λειτουργίας ,αυξημένη αρτηριακή πίεση.

Ποια είναι τα συμπτώματα μιας λοίμωξης του ουροποιητικού.
Τα σημεία και τα συμπτώματα μιας λοίμωξης του ουροποιητικού ποικίλουν και εξαρτώνται από την ηλικία και από το σημείο της λοίμωξης. Στα νεογνά και βρέφη δεν είναι απαραίτητη η παρουσία πυρετού για την εκδήλωση μιας ουρολοίμωξης και συχνά τα συμπτώματα είναι μη ειδικά, πχ. το παιδί δεν έχει όρεξη να φάει, δεν παίρνει βάρος.

Η κυστίτιδα συνήθως εκδηλώνεται με ενοχλήσεις κατά την ούρηση, χωρίς πυρετό, ενώ η παρουσία υψηλού πυρετού με ρίγος μαζί με συμπτώματα από το ουροποιητικό παραπέμπει σε λοίμωξη του ανώτερου ουροποιητικού (οξεία πυελονεφρίτιδα).

Συχνά συμπτώματα ουρολοίμωξης σε νεογνά, βρέφη είναι:
Πυρετός, πόνος στην κοιλιά, , άσχημη οσμή ούρων, μειωμένη πρόσληψη βάρους ή απώλεια βάρους, ευερεθιστότητα, εμετοί ,διάρροιες δυσκολία στη σίτιση.

Συμπτώματα ουρολοίμωξης σε μεγαλύτερα παιδιά είναι:
Πυρετός, κοιλιακό άλγος, πόνος στην οσφυϊκή χώρα, αίσθηση πληρότητας της κοιλιάς, συχνουρία, πόνος ή τσούξιμο κατά την ούρηση, μικρή ποσότητα ούρων παρά την έντονη διάθεση για ούρηση, ενούρηση, αίμα στα ούρα (αιματουρία), κακή οσμή ούρων.

Πώς τίθεται η διάγνωση μιας ουρολοίμωξης.
Ο εργαστηριακός έλεγχος απαραίτητα περιλαμβάνει γενική εξέταση ούρων και καλλιέργεια ούρων. Πιθανόν σε περίπτωση υποψίας οξείας πυελονεφρίτιδας να σας ζητηθεί συμπληρωματικά να γίνει γενική αίματος και δείκτες φλεγμονής.

Η εξέταση που θέτει τη διάγνωση της ουρολοίμωξης είναι η καλλιέργεια των ούρων. Η καλλιέργεια ολοκληρώνεται αφού περάσουν 48 ώρες.

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τουs οποίουs μπορεί να ληφθεί μια καλλιέργεια ούρων.
Τέτοιοι είναι: η λήψη με την τοποθέτηση ουροσυλλέκτη (ειδικό σακουλάκι), με ελεύθερη ούρηση (στο μέσο αυτής) και τη χρήση αποστειρωμένου δοχείου, ο καθετηριασμόs της κύστης και η υπερηβική παρακέντηση. Οι τελευταίοι έχουν μεγαλύτερο ποσοστό ακρίβειας, αλλά και κάποια μειονεκτήματα. Η επιλογή του τρόπου λήψης ανήκει αποκλειστικά στον παιδίατρο και εξαρτάται κατά κύριο λόγο από την ηλικία του παιδιού.

Πριν τη λήψη της καλλιέργειας θα πρέπει να γίνεται καλός καθαρισμός της περιγεννητικής περιοχής με σαπούνι και νερό, ενώ θα πρέπει να αποφεύγεται η χρήση αντισηπτικών. Θα πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι εάν η λήψη των ούρων γίνει στο σπίτι, τότε τα ούρα θα πρέπει να μεταφερθούν γρήγορα (το αργότερο μέσα σε μισή ώρα) στο εργαστήριο για την αποφυγή του ψευδώς θετικού αποτελέσματος. Αλλιώς μπορούμε να τα κρατήσουμε στο ψυγείο για λίγες ώρες, σε άσηπτο καλά κλεισμένο δοχείο.

Θεραπεία ουρολοίμωξης.
Συνήθως απαιτείται αντιβίωση για 5-15 ημέρες. Αυτή χορηγείται από το στόμα, εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες που το παιδί είναι πολύ μικρό σε ηλικία ή είναι πολύ βαριά η κλινική του εικόνα.

Η αγωγή αρχίζει αφού έχει δοθεί η καλλιέργεια ούρων και πριν την ολοκλήρωσή της, έτσι ώστε να είναι έγκαιρη και τροποποιείται αν χρειαστεί, αφού βγει και το αντιβιόγραμμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις το παιδί μπορεί να χρειαστεί να πάρει κάποιο αντιβιοτικό προληπτικά για μεγάλο χρονικό διάστημα σε μικρότερη δόση, μια φορά κάθε βράδυ. Μην διακόπτετε τη θεραπεία νωρίτερα από τον χρόνο που σας έχουν καθορίσει επειδή το παιδί φαίνεται καλά. Η ουρολοίμωξη μπορεί έτσι να επανέλθει και τα υπεύθυνα μικρόβια να γίνουν ανθεκτικά.

Για κάποιο διάστημα θα χρειαστεί να επαναλαμβάνετε καλλιέργειες ούρων σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Ο ακτινολογικός έλεγχος του ουροποιητικού είναι απαραίτητος για να αποκλειστούν ανατομικές ανωμαλίες που προδιαθέτουν στην εμφάνιση ουρολοιμώξεων. Αυτός εξαρτάται από την ηλικία του παιδιού και την έκταση της λοίμωξης. Συνήθως ο έλεγχος περιλαμβάνει τις εξής εξετάσεις:
  1. Υπερηχογράφημα νεφρών-ουρητήρων κύστης. Το υπερηχογράφημα δίνει αρκετά στοιχεία για την ανατομία του ουροποιητικού συστήματος, όπως την θέση και το μέγεθος των νεφρών, δεν δίνει όμως στοιχεία για τη λειτουργικότητα τους.
  2. Κυστεοουρηθρογραφία. Αυτή η εξέταση γίνεται με την έγχυση σκιαγραφικού με καθετήρα και ελέγχει με μεγάλη λεπτομέρεια την ανατομία της ουρήθρας και της ουροδόχου κύστης. Ένα από τα συχνά ευρήματα αυτής της εξέτασης είναι η ύπαρξη κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης.
  3. Σπινθηρογράφημα νεφρών (DMSA ή DΤΡΑ). Η εξέταση αυτή γίνεται με τη χρήση ειδικού ραδιοϊσοτόπου που εισέρχεται ενδοφλέβια και μετά από κάποιο χρόνο αποβάλλεται από τους νεφρούς. Με αυτόν τον τρόπο ελέγχεται πολύ καλά η λειτουργικότητα και το σχήμα των νεφρών και αν γίνεται φυσιολογικά η απέκκριση των ούρων.
Τι είναι η κυστεουρητηρική παλινδρόμηση.
Σε περίπου 1/3 των ουρολοιμώξεων συνυπάρχει κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση.
Κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση, ονομάζεται η κατάσταση εκείνη κατά την οποία τα ούρα από την ουροδόχο κύστη παλινδρομούν προς τους ουρητήρες. Η παλινδρόμηση οφείλεται σε ανατομική ή λειτουργική ανωμαλία της βαλβίδας στη συμβολή της κύστης και των ουρητήρων. Κατ αυτόν τον τρόπο τα μικρόβια από την ουροδόχο κύστη μπορούν να ανέβουν προς τα νεφρά και να προκαλέσουν πυελονεφρίτιδα. Ανάλογα με την έκταση της παλινδρόμησης, διακρίνονται 5 βαθμοί, από τους οποίους ο πρώτος είναι ο ελαφρύτερος και ο πέμπτος ο βαρύτερος. Η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση μπορεί με την πάροδο του χρόνου να μειωθεί ή και να εξαλειφθεί από μόνη της. Η πιθανότητα αυτή είναι τόσο μεγαλύτερη, όσο μικρότερος είναι ο βαθμός της. Σε αντίθετη περίπτωση διορθώνεται χειρουργικά. Έχει μεγάλη σημασία η έγκαιρη αναγνώριση της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης, ιδίως στα βρέφη και στα μικρά παιδιά, διότι οι επανειλημμένες ουρολοιμώξεις μπορεί να οδηγήσουν σε νεφρικές ουλές.

Συμβουλές για να προφυλάξετε το παιδί σας από ουρολοιμώξεις:
  • Αποφύγετε να πλένετε τα παιδιά καθιστά μέσα στο μπανάκι τους, είναι καλύτερο να κάνουν ντους.
  • Καθαρίζετε τη γεννητική περιοχή με φορά από εμπρός προς τα πίσω και διδάξτε το παιδί να κάνει το ίδιο όταν μεγαλώσει.
  • Καθαρίζετε καλά την άκρη της βαλάνου του νηπίου, τραβώντας προς τα κάτω την ακροποσθία, και διδάξτε του να κάνει και εκείνο το ίδιο όταν μεγαλώσει.
  • Μάθετε στο παιδί σας να ουρεί κατά τακτά χρονικά διαστήματα (ανά 3-4 ώρες) και να μην κρατάει τα ούρα του. Σ αυτό βοηθάει η καθημερινή κατανάλωση αρκετής ποσότητας υγρών.
  • Μάθετε στο παιδί σας να αδειάζει τελείως την ουροδόχο κύστη του και όχι να πηγαίνει στην τουαλέτα βιαστικά.
  • Αντιμετωπίστε τη δυσκοιλιότητα, αν υπάρχει, γιατί έτσι αυξάνεται η πίεση στην ουροδόχο κύστη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου